σουληνάρι

σουληνάρι
Όνομα δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (575 κάτ., υψόμ. 350 μ.) στην επαρχία Πυλίας του νομού Μεσσηνίας. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (11 τ. χλμ., 575 κάτ.). Βρίσκεται βορειοανατολικά της Πύλου. 2. Ημιορεινός οικισμός (327 κάτ., υψόμ. 180 μ.), στην επαρχία Κορινθίας του ομώνυμου νομού. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (8 τ. χλμ., 327κάτ.). Άποψη του οικισμού Σωληνάρι Κορινθίας.
* * *
το, Ν
βλ. σωληνάριο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • σωληνάριο — το / σωληνάριον, ΝΜΑ, και σωληνάρι και σουληνάρι Ν μικρός σωλήνας νεοελλ. σωληνοειδής θήκη για φάρμακα, κρέμες και αλοιφές μσν. σωληνοειδής, κυλινδρική φαρέτρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < σωλήν, ῆνος + κατάλ. άριον (πρβλ. θηκ άριον)] …   Dictionary of Greek

  • Παπατσόρης, Δημήτριος — Αγωνιστής του 1821. Πήρε μέρος στη μάχη του Σουληνάρι της Πυλίας (29 Μαρτίου), στη μάχη του Νεοκάστρου (28 Αυγούστου) και, τέλος, στη διήμερη μάχη που έγινε έξω από το φρούριο της Μεθώνης. Στις μάχες αυτές διακρίθηκε ιδιαίτερα για την τόλμη του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”